προσέβην

προσέβην
προσβαίνω
put one's foot against
aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic)
προσβαίνω
put one's foot against
aor ind act 1st sg
προσσέβω
worship
pres inf act (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • δρομάς — η (Α δρομάς, ο, η) νεοελλ. 1. είδος καμήλας η οποία χαρακτηρίζεται από την παρουσία μιας μόνο καμπούρας στη ράχη και από το πλαγιοδιποδικό της βάδισμα 2. πτηνό με φτερά λευκά και μαύρα, με πολύ δυνατό ράμφος και μακριά πόδια αρχ. 1. αυτός που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”